Αφιέρωμα στο 1821: Μια ζωγραφιά της Χαλκίδας του 1832
Αφιέρωμα στο 1821
Η πρωτεύουσα της Εύβοιας, λίγο μετά την επανάσταση. Το 1832, ακόμη στα χέρια των Τούρκων, γιατί η Εύβοια απελευθερώθηκε από τους Τούρκους επίσημα στις 3 Φεβρουαρίου του 1830, μετά από διπλωματικές διαπραγματεύσεις και με την υπογραφή του πρωτοκόλλου του Λονδίνου, στην πραγματικότητα όμως οι Τούρκοι αποχώρησαν από την Χαλκίδα μόλις την 25η Μάρτη του 1833.
Τοιχογραφία από το παράσπιτο Τριανταφύλλου, στη Δράκεια Πηλίου, Βόλος (συλλογή Κ.Μακρή), Λαογραφικό Κέντρο Κίτσου Μακρή
Η Χαλκίδα
Τμήμα τοιχογραφίας που ζωγραφίστηκε από τον Γιάννη Παγώνη το 1832, με θέμα τοπίο που απεικόνιζε τη «Χαλκίδα, το Ταλάντι, το Δουκό...» και αποτελούσε φρίζα στο παράσπιτο του αρχοντικού Τριανταφύλλου στη Δράκεια. Διασώθηκε από τον Κίτσο Μακρή, ύστερα από τους σεισμούς του 1955 και σήμερα κοσμεί τη φρίζα του «Δωματίου Συλλογής» του Λαογραφικού Κέντρου Κ. Μακρή, στο Βόλο.
Αφετηρία του έργου είναι αχρονολόγητη, μονόχρωμη ιταλική χαλκογραφία. Η ζωγραφική απεικόνιση ενός τοπίου είναι κάτι καινούριο στην τέχνη του Γιάννη Παγώνη που ως τότε ασχολιόταν με την εκκλησιαστική ζωγραφική. Στο κοσμικό του έργο στο σπίτι του συμπατριώτη του στη Δράκεια, ζωγραφίζει στην πραγματικότητα ένα και μόνο συνεχόμενο τοπίο και μέσα σ’ αυτό παραθέτει συγκεκριμένα ζωγραφικά σημεία.
Γράφει γι’αυτό ο Κίτσος Μακρής:«Η αίσθηση που παράγεται στον θεατή, όταν το επεξεργάζεται», μας λέει ο Γ. Πετρής, «είναι σαν να περπατά μέσα σε ένα τοπίο και με τη συνεχή του μετατόπιση από το ένα σημείο στο άλλο, να συναντά αυτούς τους αντικειμενικά υπαρκτούς οικισμούς.
Ο ζωγράφος θα είδε ασφαλώς με αυτό τον τρόπο τα μέρη αυτά, κι εδώ δεν φοβάται ως προς αυτή τουλάχιστον τη λειτουργία της ζωγραφικής του ν’ακολουθήσει την έμπνευσή του, με διάμεσο ωστόσο τις αναμνήσεις που αποκόμισε από το ταξίδι του αυτό.
Βέβαια το έργο αυτό είναι ολότελα εξωπραγματικό, η τάξη όμως στη διαδοχή των γεωγραφικών στοιχείων δεν είναι τελείως φανταστική. Φυσικά οι αποστάσεις συντέμνονται και όλα τα πράγματα απλοποιούνται με τη διαδικασία που δρα μέσα στη λαϊκή τέχνη.
Εκείνο όμως που εκκοσμικεύει τη ζωγραφική τούτη είναι η πρόθεση του ζωγράφου ν' αναπαραστήσει ένα τοπίο, καλύτερα να το περιγράφει. Η πρόθεση βέβαια δεν προκαθορίζει το αποτέλεσμα στη λαϊκή ζωγραφική. Όμως δεν το περιγράφει με τα μάτια του αλλά με τη γνώση του.
Είναι αδύνατο να είδε από οπουδήποτε τις απόψεις των τοπίων που ζωγραφίζει,το έργο παραμένει διανοητικό. Ωστόσο, το τοπίο κρατάει, όσο του επιτρέπει ο χώρος,τις φυσιολογικές σχέσεις του με τα πράγματα που περιβάλλει, άρα και με το θεατή. Αν στην ανίχνευση των φυσικών στοιχείων (δέντρα, λόφοι κτλ.) δείχνει περιορισμένη φαντασία, μπροστά στα ανθρώπινα στοιχεία, δηλαδή στα κατασκευάσματα του ανθρώπου, στέκεται με θαυμασμό, μα χωρίς ούτε υποψία κοινωνικής αμφισβήτησης.
Στο κέντρο κάθε χωριού ζωγραφίζει ένα μεγάλο αρχοντικό που το γνωρίζει φυσικά από την προσωπική του πείρα. Όλα τα σπίτια έχουν πολλά παράθυρα κι αυτό πάλι προέρχεται από την προσωπική του παρατήρηση στη Δράκεια.
Τα τζαμιά αποτελούν άλλα στοιχεία στήριξης της όρασής του μα και του θαυμασμού του. Τα κτίσματά τους γίνονται ογκώδη και πολύπλευρα κι ο μιναρές καταλήγει να γίνει δυσανάλογα ψηλός. Το κάστρο όμως τραβά περισσότερο το θαυμασμό του. Φυσικά η συνύπαρξή του με τα τζαμιά αποτελεί απόδειξη πως ζωγραφίζει με αυτό το θαυμασμό τα τούρκικα κάστρα.
Τρίτη διάσταση δεν υπάρχει. Αν βρίσκουμε εδώ κι εκεί προσπάθειες που θα μπορούσαν να ερμηνευτούν σαν απόπειρες για τη διατύπωση μιας τρίτης διάστασης, το στοιχείο αυτό δεν είναι πραγματωμένο στις παραστάσεις του. Δίπλα σε κάθε οικισμό βρίσκουμε γραμμένο το όνομά του. Χωρίς αυτό δεν θα μπορούσε κανείς να ξέρει ποιο μέρος βλέπει μπροστά του.
Ο τίτλος είναι η ταυτότητα του χώρου μα και της σημασίας του. Η αναξιότητα ενός μικρού οικισμού που καταξιώνεται στην πλαστική του αποκατάσταση, αποτελεί την απώτερη κοινωνική προσφορά αυτού του έργου, καμωμένου από ένα ζωγράφο που διέθετε ωστόσο πλαστική όραση»
Γιάννης Παγώνης
Ο Γιάννης Παγώνης είναι ένας λαϊκός ζωγράφος που εκφράζει το ανανεωτικό πνεύμα στην εκκλησιαστική ζωγραφική. Καταγόταν από τη χιοναδίτικη φάρα των Πασχαλάδων της Ηπείρου, που δούλεψε στο Πήλιο τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Αγιογράφος προικισμένος, ο Παγώνης έχει ταυτόχρονα τη φλέβα τοπιογράφου. Τα περισσότερα έργα του κοσμούν εκκλησίες και σπίτια της περιοχής του Πηλίου. Στην Αγία Μαρίνα Κισσού και στον Άγιο Δημήτριο του Νεοχωρίου ζωγραφίζει αυστηρούς αγίους κατά τα βυζαντινά πρότυπα, αλλά και προσωποποιήσεις των εποχών του χρόνου, αλληγορικές παραστάσεις, τοπία και νεκρές φύσεις
βιβλιογραφία:
Σπυριδούλα Λουκάκη, Νεοελληνική Λαϊκή Τέχνη, πτυχιακή εργασία, Παν/μιο Θεσ/λίας, Βόλος 2005, στο https://core.ac.uk/download/pdf/132801642.pdf
https://eviaportal.gr/i-apeleytherosi-tis-eyboias-apo-toys-toyrkoys/
Γιώργου Πετρή, Λαϊκή Ζωγραφική, Αθήνα 1988, κεφάλαιο "Ο κοσμικός κλάδος της λαϊκής ζωγραφικής" (σελ. 173-216)
Η παρούσα ανάρτηση αφιερώνεται στον φίλο Δ. Τ. που η πανδημία τον κρατά μακριά από την αγαπημένη του πόλη και από την Εύβοια
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου