ΣτΕ 194/2024 (Παράνομη ΑΕΠΟ για ΑΣΠΗΕ στην κορυφογραμμή του Ελικώνα)

[ΕΠΠΠΟ: Ή μας κοροϊδεύουν ή είμαστε χαζοί και δεν καταλαβαίνουμε κάτι ή απλά το παιχνίδι είναι τόσο στημένο και άθλιο που τα λόγια είναι περιττά!]

ΣτΕ 194/2024 [Παράνομη ΑΕΠΟ για ΑΣΠΗΕ στην κορυφογραμμή του Ελικώνα]

Περίληψη

– Από τις διατάξεις του αναθεωρημένου Περιφερειακού Πλαισίου Στερεάς Ελλάδας που θεσμοθετήθηκε μετά τη θέση σε ισχύ του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ και έχει λάβει υπόψη τις ρυθμίσεις αυτού, τις οποίες εξειδικεύει και συμπληρώνει σε επίπεδο Περιφέρειας, ρυθμίζεται η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, ενώ ταυτόχρονα δίδεται ιδιαίτερη σημασία στην προστασία των δασικών οικοσυστημάτων και των ορεινών (άνω του υψομέτρου των 800 μ.) περιοχών ως κατ’ εξοχήν φυσικού αποθέματος. Ειδικότερα δε ως προς τον Ελικώνα, προτείνεται η ανάδραση για την έγκαιρη εξαίρεση τμημάτων του από την αντίστοιχη ΠΑΠ του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ. Για την οργάνωση των ΑΠΕ στη χωρική ενότητα Λειβαδιάς, διαπιστώνεται ότι πρόκειται για περιοχή με σημαντικό αριθμό λειτουργούντων έργων ΑΠΕ, τα οποία σε περίπτωση επέκτασής τους, μπορούν να εξυπηρετούνται από ήδη υπάρχον οδικό δίκτυο και ηλεκτρικό δίκτυο. Η περαιτέρω χωροθέτηση ΑΠΕ προτείνεται να κατευθυνθεί σε επιλεγμένες περιοχές. Στην Περιφέρεια εν γένει και στην περιοχή του Ελικώνα και της Λειβαδιάς, ειδικότερα, προκρίνεται, εφόσον συντρέχει λόγος, η επέκταση σε ισχύ υφιστάμενων έργων ΑΠΕ αντί για την εγκατάσταση νέων, ως η “πλέον βιώσιμη και περιβαλλοντικά ορθή λύση” για τον περιορισμό της ανάγκης δημιουργίας νέων περιοχών υποδοχής τέτοιων χρήσεων και αντίστοιχα της περαιτέρω απώλειας δασικών εκτάσεων.

Όπως έχει κριθεί, με τις διατάξεις του έκτου κεφαλαίου του ν. 998/1979, οι οποίες πρέπει να ερμηνεύονται στενά ως εισάγουσες εξαίρεση από τον γενικώς ισχύοντα κανόνα περί προστασίας των δασικών οικοσυστημάτων, καθορίζονται οι κατ’ αρχήν επιτρεπόμενες σε δάση και δασικές εκτάσεις επεμβάσεις που συνεπάγονται την μεταβολή της κατά προορισμό χρήσης τους, καθώς και τα κριτήρια βάσει των οποίων διαμορφώνεται η εκτίμηση των αρμόδιων διοικητικών αρχών σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Με τις ίδιες διατάξεις καθιερώνεται η αρχή του εξαιρετικού χαρακτήρα των διενεργούμενών σε δάση και δασικές εκτάσεις επεμβάσεων, κατά την οποία οι κατ’ αρχήν επιτρεπόμενες επεμβάσεις πρέπει να προβλέπονται ειδικώς στο νόμο, να υλοποιούνται μόνο στο μέτρο που δεν μπορούν να διατεθούν άλλες εκτάσεις για την εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων σκοπών δημοσίου συμφέροντος και, σε κάθε περίπτωση, να περιορίζονται στην κατά το δυνατό ελάχιστη θυσία δασικής βλαστήσεως, η συνδρομή δε των προϋποθέσεων αυτών εξετάζεται και κατά το στάδιο της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων για την εκτέλεση έργου σε περιοχή με δασικό χαρακτήρα, υποκείμενη και στον ακυρωτικό έλεγχο. Κατά ρητή εξάλλου πρόβλεψη των ως άνω διατάξεων, επιτρέπονται επεμβάσεις σε εκτάσεις με δασικό χαρακτήρα προκειμένου να εγκατασταθούν μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με τα συνοδά έργα (συμπεριλαμβανομένης και της απαραίτητης οδοποιίας), η λειτουργία των οποίων εξαρτάται, κυρίως, από το διαθέσιμο ενεργειακό δυναμικό της περιοχής εγκατάστασής τους, που αναγκαίως αποτελεί, ως εκ τούτου, το βασικό κριτήριο για την επιλογή της κατάλληλης θέσης. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των αυτών διατάξεων προκύπτει ότι για την πραγματοποίηση έργου υποδομής εντός δασών ή δασικών εκτάσεων απαιτείται η έκδοση πράξεως εγκρίσεως επεμβάσεως, η οποία, όταν προβλέπεται περιβαλλοντική αδειοδότηση του έργου ή της δραστηριότητας, ενσωματώνεται στην οικεία ΑΕΠΟ ή απόφαση υπαγωγής σε ΠΠΔ, πρέπει δε να προηγείται οποιασδήποτε υλικής ενέργειας στην επίμαχη έκταση. Εξάλλου, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, ο δημόσιος σκοπός που υπηρετείται με τη λειτουργία των μονάδων αυτών πρέπει να ικανοποιείται με τη μικρότερη δυνατή απώλεια δασικού πλούτου και με τον περιορισμό στο ελάχιστο αναγκαίο της αλλοίωσης της δασικής μορφής των σχετικών εκτάσεων.

Περαιτέρω, όπως έχει κριθεί μεταξύ των επιτρεπομένων επεμβάσεων σε αναδασωτέες εκτάσεις είναι η κατασκευή υποσταθμών και κάθε τεχνικού έργου που αφορά την υποδομή και εγκατάσταση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και τα συνοδά έργα. Για τη σχετική επέμβαση απαιτείται προηγούμενη εγκριτική πράξη του κατά τις παραπάνω διατάξεις αρμοδίου κρατικού οργάνου, που, κατά περίπτωση, δύναται να ενσωματώνεται στην περιβαλλοντική άδεια έργου ή δραστηριότητας, με την οποία είναι δυνατό να θεσπίζονται και οι όροι και περιορισμοί για την εκτέλεση του σχετικού έργου. Εξάλλου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 117 παράγρ. 3 του Συντάγματος, δεν αποκλείεται η θέσπιση από το νομοθέτη ρυθμίσεως, δια της οποίας παρέχεται η δυνατότητα, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να εγκριθεί επέμβαση σε έκταση που έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, ακόμη και πριν αυτή ανακτήσει τη δασική μορφή της, προκειμένου να εκτελεσθεί έργο, το οποίο αποβλέπει στην εξυπηρέτηση ανάγκης με ιδιαίτερη κοινωνική, εθνική ή οικονομική σημασία, αν η εκτέλεση του έργου στην έκταση αυτή είναι απολύτως αναγκαία και επιτακτική, στο μέτρο που η παρέλευση του απαιτούμενου για την πραγματοποίηση της αναδάσωσης χρονικού διαστήματος θα είχε ως συνέπεια τη ματαίωση του επιδιωκόμενου δημόσιου σκοπού. Στα έργα αυτά περιλαμβάνονται τα σημαντικά δημόσια έργα και έργα υποδομής, μεταξύ των οποίων οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και τα συνοδά έργα, για τα οποία εκδίδεται σχετική έγκριση επέμβασης. Όπως επίσης έχει κριθεί, οι διατάξεις αυτές, κατά την έννοια των οποίων η επέμβαση περιορίζεται στα τμήματα μόνο της εκτάσεως που είναι αναγκαία για την εγκατάσταση των ανεμογεννητριών και των συνοδών έργων, η δε υπόλοιπη έκταση διατίθεται για την πραγματοποίηση του σκοπού της αναδάσωσης, είναι συνταγματικώς ανεκτές, κατά το μέρος που επιτρέπουν την επέμβαση αυτή, εν όψει της σημασίας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για τη βιώσιμη ανάπτυξη, και ειδικότερα τη διασφάλιση της επάρκειας του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας και κυρίως την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών, που αποτελεί αντικείμενο διεθνούς δεσμεύσεως της χώρας και ζήτημα έντονου κοινοτικού ενδιαφέροντος, σε συνδυασμό με το χαρακτήρα της άδειας επέμβασης, η οποία, σε αντίθεση με την άρση της αναδασώσεως, δεν συνεπάγεται μεταβολή του νομικού χαρακτήρα της αναδασωτέας εκτάσεως, αλλά μόνο προσωρινή δυνατότητα επεμβάσεως για την άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας, με την υποχρέωση αποκαταστάσεως του δασικού χαρακτήρα της εκτάσεως μετά την παύση λειτουργίας της δραστηριότητας, διατηρουμένου του προστατευτικού χαρακτήρα της αναδασώσεως. Εν όψει, πάντως, του εξαιρετικού χαρακτήρα της επεμβάσεως στις περιπτώσεις αυτές, η σχετική εγκριτική απόφαση πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς, με κριτήρια αναφερόμενα τόσο στην ιδιαίτερη σημασία του έργου, ασυνδέτως προς την επιδίωξη αποδοτικότερης για τον φορέα οικονομικής εκμεταλλεύσεως, όσο και στην αναγκαιότητα εκτέλεσής του στην αναδασωτέα έκταση πριν από την πραγματοποίηση της αναδάσωσης, με γνώμονα αφ’ ενός την ανάγκη προστασίας του δασικού οικοσυστήματος και αφ’ ετέρου την εξυπηρέτηση του δημόσιου σκοπού στον οποίο αποβλέπει το έργο.

Το στάδιο της περιβαλλοντικής εκτίμησης των επιπτώσεων του έργου δεν εξαντλείται στη διαπίστωση της τήρησης των κανόνων του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ, με τους οποίους τίθενται οι ελάχιστες απαιτουμενες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ΑΣΠΗΕ στον χώρο και η παράβαση των οποίων οδηγεί κατ’ αρχήν στον αποκλεισμό του έργου, αλλά περιλαμβάνει και τη διενέργεια πλήρους ελέγχου επιπτώσεων στο περιβάλλον σύμφωνα με την ανωτέρω κυα, η οποία εκδόθηκε βάσει διαφορετικών εξουσιοδοτικών διατάξεων, έχει διαφορετική στόχευση, εφόσον αφορά την περιβαλλοντική αδειοδότηση συγκεκριμένων έργων ΑΠΕ σε συγκεκριμένο πάντοτε τόπο (και όχι τη θέσπιση γενικών κανόνων χωροθέτησης έργων ΑΠΕ οι οποίοι ισχύουν σε ολόκληρο τον εθνικό χώρο, όπως το Ειδικό Πλαίσιο για τις ΑΠΕ), και συνισχύουν με το εν λόγω Ειδικό Σχέδιο. Ο ανωτέρω έλεγχος περιλαμβάνει και τις επιπτώσεις από την σωρευτική (“συνεργιστική”) δράση του έργου με άλλα ομοειδή έργα στην ίδια περιοχή, δηλαδή στοιχεία που δεν καλύπτονται από το Ειδικό Πλαίσιο για τις ΑΠΕ. Τούτων έπεται ότι ο έλεγχος συμβατότητας με τις διατάξεις του Ειδικού Πλαισίου δεν υποκαθιστά τον έλεγχο επιπτώσεων στο περιβάλλον σύμφωνα με την προαναφερθείσα κυα, αλλά πραγματοποιείται συμπληρωματικά προς αυτόν. Συναφώς, λαμβάνονται υπόψη όχι μόνο υφιστάμενα έργα ΑΠΕ αλλά υπό εξέλιξη και προγραμματισμένα, στα οποία περιλαμβάνονται και αυτά που διαθέτουν άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Εξάλλου, σε σχέση με τον καθορισμό της περιοχής μελέτης για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων τίθενται ελάχιστες αποστάσεις, που για σημειακά και εμβαδικά έργα ή δραστηριότητες (όπως η εγκατάσταση αιολικού πάρκου) υποκατηγορίας Α1 ορίζονται στα 2χλμ. από τα όρια του γηπέδου ή του χώρου κατάληψης της εγκατάστασης και σε περίπτωση έργων υποκατηγορίας Α2 σε 1 χλμ., ενώ προβλέπεται ότι οι εν λόγω αποστάσεις δύνανται να αυξάνονται κατά κατά περίπτωση, σύμφωνα με την κρίση του μελετητή, ανάλογα με τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, το είδος και το μέγεθος του έργου σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά της ζώνης επιρροής του.

Με τα ανωτέρω δεδομένα και εν όψει του περιεχομένου της ΜΠΕ του επίδικου ΑΣΠΗΕ και των προβλέψεων του ισχύοντος, μεταγενέστερου του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ, Αναθεωρημένου Περιφερειακού Πλαισίου Στερεάς Ελλάδας, στο οποίο ενισχύεται η προστασία των ορεινών όγκων, ιδίως του Ελικώνα, και των δασικών οικοσυστημάτων τους, η χωροθέτηση με την προσβαλλόμενη πράξη του επίδικου αιολικού σταθμού, ως νέου έργου ΑΠΕ, στη ζώνη άνω των 800 μ., η οποία αποτελεί κατ’ εξοχήν περιοχή φυσικού αποθέματος και μάλιστα εντός δασικής έκτασης, καθώς και η διάνοιξη νέας οδού, εντός δασικής και αναδασωτέας έκτασης (καμένου ελατοδάσους), έχρηζαν ειδικότερης αιτιολογίας αναφορικά με τη στάθμιση στην οποία προέβη η Διοίκηση, αφενός του οφέλους από τη δημιουργία της επίδικης μονάδας και αφετέρου του κόστους που συνεπάγεται αυτή για το περιβάλλον. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ, με την οποία αδειοδοτείται το επίδικο αιολικό πάρκο στην ίδια θέση με την προβλεπόμενη στην ακυρωθείσα αρχική ΑΕΠΟ, είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη. Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της εγκριθείσας ΜΠΕ, σε συνδυασμό με την γνωμοδότηση του Δασαρχείου Λιβαδειάς που ελήφθη υπόψη για την έκδοση της ΑΕΠΟ, η Διοίκηση έχοντας αποφασίσει για τη θέση του έργου στην κορυφογραμμή του Ελικώνα, σε υψόμετρο 1479 μ. και εντός δασικής έκτασης, επιχειρεί να αιτιολογήσει αποκλειστικά και μόνο την αναγκαιότητα διάνοιξης τμήματος της οδοποιίας εντός αναδασωτέας έκτασης, με την αόριστη επίκληση του οφέλους από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω ΑΠΕ και του θετικού περιβαλλοντικού αντίκτυπου στο περιβάλλον εν γένει. Ωστόσο, η εν λόγω αιτιολογία δεν είναι επαρκής ούτε για την επιλογή της υιοθετηθείσας λύσης ως προς τη χάραξη της οδοποιίας, αφού αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ γενικώς, ούτε την επιλογή της συγκεκριμένης θέσης εγκατάστασης, εν όψει και του ότι πρόκειται για έργο κατηγορίας Α2, το οποίο, σύμφωνα με την κατάταξή του κατά νόμο, ενδέχεται να προκαλέσει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.

Περαιτέρω, η αδειοδότηση του επίδικου πάρκου στην εν λόγω θέση, σε περιοχή-‘που χρήζει αυξημένης προστασίας ως αποτελούσα κατ’εξοχήν περιοχή φυσικού αποθέματος αλλά και λόγω της διαρκούς υποβάθμισης του ελατοδάσους του Ελικώνα, που κατά τη μελέτη έχει προσεγγίσει τα κατώτερα όρια αντοχής και ύπαρξης του, είναι πλημμελώς αιτιολογημένη και για τον λόγο ότι ελλείπει η απαιτούμενη κατά την περιβαλλοντική νομοθεσία εκτίμηση των σωρευτικών επιπτώσεων στο ευαίσθητο φυσικό περιβάλλον της περιοχής και ιδίως στο δασικό οικοσύστημα, το οποίο περιλαμβάνει όχι μόνο δάση και δασικές εκτάσεις αλλά και τις ασκεπείς εκτάσεις υπεράνω αυτών, από παρόμοια έργα που βρίσκονται υπό εξέλιξη και διαθέτουν άδεια παραγωγής στην ευρύτερη περιοχή του έργου, απορριπτομένου ως αβασίμου ισχυρισμού της παρεμβαίνουσας ότι συναφώς λαμβάνονται υπόψη μόνο έργα τα οποία έχουν λάβει περιβαλλοντική άδεια. Τούτο δε διότι στη ΜΠΕ ορίστηκε ως περιοχή μελέτης η ελάχιστη κατά νόμο, εντός της οποίας δεν υπάρχει κανένα αιολικό πάρκο, με αποτέλεσμα να περιττεύει η εξέταση σωρευτικών επιπτώσεων, κατά τους ισχυρισμούς της παρεμβαίνουσας. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί είναι αβάσιμοι και έρχονται σε αντίθεση με τα στοιχεία του φακέλου, από τα οποία προκύπτει η ύπαρξη πληθώρας ΑΣΠΗΕ που είτε προγραμματίζονται να λειτουργήσουν, έχοντας ήδη λάβει άδεια παραγωγής, είτε λειτουργούν ήδη εντός της ευρύτερης περιοχής. Την έλλειψη δε εκτίμησης των σωρευτικών επιπτώσεων βάσει της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, δεν υποκαθιστά η αξιολόγηση των εν λόγω έργων βάσει των κριτηρίων του Ειδικού Πλαισίου, που έχουν διαφορετική στόχευση και αφορούν την πυκνότητα των Α/Γ σε σχέση με τη φέρουσα ικανότητα των περιοχών ως προς το αιολικό δυναμικό, τις αποστάσεις ασφαλείας μεταξύ Α/Γ και τις επιπτώσεις στο τοπίο, βάσει γενικών κανόνων και τύπων που αφορούν όλη τη χώρα, όχι δε εξιδιασμένα τον κάθε τόπο εγκατάστασης ούτε τα στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος, εν προκειμένω δε τον Ελικώνα και το δασικό οικοσύστημά του. Με αυτά τα δεδομένα, πρέπει να γίνουν δεκτοί οι λόγοι περί πλημμελούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης.

Πρόεδρος: Μ. Γκορτζολίδου
Εισηγητής: Ζ. Θεοδωρικάκου

Σχόλια

  1. Πιέρια Ορη: Ματαίωση αιολικού πάρκου
    ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
    16.08.23
    Τάσος Σαραντής

    Η απόσυρση του συγκεκριμένου αιολικού σταθμού μπορεί να αποτελεί μια ξεκάθαρη νίκη του αντιαιολικού κινήματος της περιοχής.
    https://www.efsyn.gr/periballon/400940_pieria-ori-mataiosi-aiolikoy-parkoy

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οξύλιθος-Κουρούνι-Κήποι. Δύο χρόνια πριν με 8 α/γ ! Σήμερα: ΧΩΡΙΣ ΚΑΝΕΝΑ ΑΙΟΛΙΚΟ ΠΑΡΚΟ !!!

Ο Σπίθας κάνει Αιολικό την Αμπουδιώτισα, την Βρωμονέρα, την Σκοτεινή, το Ξηροβούνι, τα Κοτύλαια

4ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Κύμης: Πρόγραμμα Παρασκευής 1 Σεπτέμβρη